
Ο πρόεδρος της εταιρείας συμβούλων τουριστικού μαρκετινγκ MTC GROUP, Νότης Μαρτάκης, μίλησε στο moveo.gr για το ψηφιακό πράσινο πιστοποιητικό, για το workashion, ή όπως έχουμε συνηθίσει να το ακούμε το τελευταίο διάστημα, για τους «ψηφιακούς νομάδες», αλλά και για τις προοπτικές ανάκαμψης της τουριστικής βιομηχανίας στην Ελλάδα στην μετά covid εποχή.
Σε μία συνέντευξη εφ΄όλης της ύλης, παντα ευπροσήγορος, μας κατέθεσε τις ευθύβολες απόψεις του αλλά δεν ξέχασε να πει και καλή επιτυχία στο περιοδικό μας.
«Να πω τις ευχές μου για το moveo.gr.
Να είναι καλοτάξιδο, να είναι συνέχεια σε ήρεμα νερά, να αποφεύγει τους υφάλους που καραδοκούν στην ενημέρωση και πάντα να συμβάλλει με τη σωστή κι αντικειμενική του ενημέρωση».
Με ευχές ξεκίνησε η συνέντευξή μας με τον πρόεδρο της εταιρείας συμβούλων τουριστικού μάρκετινγκ MTC GROUP, Νότη Μαρτάκη, για το ηλεκτρονικό μας περιοδικό που τώρα κάνει τα πρώτα του βήματα.
Μιλώντας εφ΄όλης της ύλης στο moveo.gr κατέθεσε τις απόψεις του σχετικά με τα όσα απασχολούν τον τουριστικό κλάδο, σε μία περίοδο όπου γίνονται πυρετώδεις διαβουλεύσεις και συζητήσεις για το σταδιακό «άνοιγμα» της τουριστικής βιομηχανίας στη χώρα μας.
Σε ερώτηση σχετικά με τις προοπτικές ανάκαμψης της τουριστικής βιομηχανίας στην Ελλάδα ο πρόεδρος της MTC GROUP σημείωσε πως «όλες οι εκτιμήσεις δείχνουν πως πριν το 2023 δεν πρόκειται να ανακάμψει η τουριστική αγορά και δεν χρειάζεται να έχουμε αυταπάτες»
Σημαντικό είναι, όπως σημείωσε, να κρατηθούν οι επιχειρήσεις όρθιες, να διατηρηθεί η ελληνικότητα του τουριστικού μας προϊόντος αλλά και η ελληνικότητα του επιχειρείν.
Νότης Μαρτάκης: «Όλη τη διαφορά σε μια τουριστική πολιτική την κάνει ένα άρθρο. Οφείλουμε να πουλάμε Ελλάδα όχι να πουλάμε ΤΗΝ Ελλάδα».
Αναφερόμενος στις επιθετικές επιχειρηματικές βλέψεις μεγάλων ομίλων του εξωτερικού υπογράμμισε την αναγκαιότητα της διατήρησης της ελληνικής ταυτότητας των επιχειρήσεων. Ο ίδιος δήλωσε θετικός σε επενδύσεις φτάνει μόνο να μην αλλοιώνουν την ταυτότητα των προϊόντων μας.
«Αντιλαμβάνεστε ότι πολλοί καραδοκούν από το εξωτερικό για να έρθουν να κάνουν επιθετικές εξαγορές.
Θεωρώ ότι τις επενδύσεις τις θέλουμε αλλά δεν θέλουμε τα ξεπουλήματα. Και δεν θέλουμε αυτή η πρώτη ύλη που έχει η χώρα, στην οποία έχουμε την ευλογία και να ζούμε, να την εκμεταλλεύονται και να την πουλάνε κάποιοι άλλοι επειδή εμείς δεν αντέξαμε οικονομικά να το κάνουμε», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Σε ότι αφορά το ψηφιακό πράσινο πιστοποιητικό, με στόχο την ανεμπόδιστη μετακίνηση των πολιτών μεταξύ των κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο κος Μαρτάκης υπενθύμισε πως ήταν ο πρώτος, ο οποίος στις 5 Απριλίου πέρυσι, με επιστολή του στον πρωθυπουργό είχε προτείνει την «υγειονομική βίζα» όπως ο ίδιος την ονόμασε.
«Το είχα προτείνει με επιστολή μου στον πρωθυπουργό και το είχα δημοσιοποιήσει κιόλας.
Υπήρξε, όντως, τότε μία κινητοποίηση για την καθιέρωσή του. Δεν προχώρησε. Πέρυσι τον Απρίλιο δεν υπήρχε το εμβόλιο.
Εκείνο λοιπόν το οποίο είχα προτείνει ήταν ότι θα πρέπει να συμφωνήσουν όλες οι χώρες, και κυρίως της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε ένα κοινό αποδεκτά πρωτόκολλο.
Κάθε ταξιδιώτης να μπορεί να περνάει από κάποια τεστ, τα οποία θα είναι αμοιβαίως αποδεκτά από τις χώρες γιατί αυτό θα παρέχει ασφάλεια στον ίδιο τον ταξιδιώτη.
Να ξέρει πως αυτός που κάθεται δίπλα του είναι εξίσου ταυτοποιημένος, από την άποψη της υγείας.
Αλλά κι όταν θα φτάσει και ο ίδιος στον προορισμό του να μπορεί να εμπιστεύεται τους παρόχους υπηρεσιών φιλοξενίας αλλά και αυτοί οι οποίοι του παρέχουν αυτές τις υπηρεσίες να μην φοβούνται και να μην τον αντιμετωπίζουν σαν ύποπτο μόλυνσης» επεσήμανε ο Νότης Μαρτάκης χαρούμενος βέβαια που έστω κι έναν χρόνο μετά η πρότασή του υιοθετήθηκε.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, σημείωσε, πως δεν είχε λόγο να βιαστεί να προβεί σε τέτοιες ενέργειες καθώς χώρες όπως η Γερμανία ή η Γαλλία θα έχαναν το πλεονέκτημα που είχαν να συγκρατήσουν τον κόσμο τους.
«Φανταστείτε ότι οι μεγάλες χώρες όπως είναι η Γερμανία, η Γαλλία η αναλογία μεταξύ εσωτερικού κι εξωτερικού τουρισμού είναι 50/50. Στην Ελλάδα είναι 90/10.
Δηλαδή 90 έρχονται από το εξωτερικό και οι 10 είναι οι Έλληνες που κάνουν διακοπές.
Η Ελλάδα λοιπόν είχε πολύ περισσότερους λόγους να διεκδικήσει κάτι τέτοιο κι αυτός ήταν ο λόγος που το υποστήριξε.